Η μεγαλοπρεπής τελετή της Αναστάσεως στην Αγία Σοφία…

Η μεγαλοπρεπής τελετή της Αναστάσεως στην Αγία Σοφία...

Ο τίτλος του Κουροπαλάτη ήταν ένα από τα υψηλότερα τιμητικά αξιώματα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Αυτός ο περίβλεπτος Αξιωματούχος ήταν υπεύθυνος για τη διαχείριση του παλατιού.

Ο περίφημος λόγιος του 15ου αιώνα μ.Χ. και Κουροπαλάτης Γεώργιος Κωδινός, στο σύγγραμμά του “Περί της Τάξεως των Αξιωμάτων και Αξιωματικών του Βασιλικού Παλατίου”, περιέγραφε με θαυμαστή ακρίβεια την τελετή της Αναστάσεως στην Αγία Σοφία.

Σύμφωνα με τα λεγόμενά του, η λαμπρότητα της τελετής της Αναστάσεως, όπως την εορτάζουμε σήμερα, ούτε ψήγμα ιδέας δεν μπορεί να δώσει της αφάνταστης μεγαλοπρέπειας, με την οποία εορταζόταν το Πάσχα, κατά τους Βυζαντινούς Χρόνους, στον Ναό της Αγίας Σοφίας, στην Κωνσταντινούπολη.

Στο Βυζάντιο, λοιπόν, η τελετή της Αναστάσεως πραγματοποιούνταν κατά την 3η ή 4η μεταμεσονύκτια ώρα του Μεγάλου Σαββάτου. Ολόκληρος ο λαός του Βυζαντίου προσερχόταν σύσσωμος και ευλαβικός στον Ναό, παρακολουθώντας την πιο μεγαλοπρεπή τελετή που γνώρισε ποτέ η Ορθόδοξη Εκκλησία.

Πολύ πριν από την καθορισμένη ώρα, οι χιλιάδες των πιστών πλημμύριζαν το περίστωον της αυλής της Αγίας Σοφίας, κάτω από τους θόλους του οποίου είχαν αντηχήσει τόσοι νικητήριοι παιάνες, τόσα ευχαριστήρια προς την Υπέρμαχον Στρατηγόν και τόσα μοιρολόγια και θρήνοι…

Σε λίγο, οι μεγάλες πύλες του Εσωνάρθηκα άνοιγαν και ακολουθούσαν οι Εννέα Βασιλικές Πύλες, οι οποίες οδηγούσαν στο εσωτερικό του Ναού.

Τότε, τα πλήθη των πιστών εισορμούσαν μέσα στην απέραντη εκκλησία, αναδίδοντας έναν απερίγραπτο βόμβο, που έμοιαζε με την απήχηση ενός ατελείωτου ύμνου προς τον Κύριο.

Τρεις χιλιάδες καντήλια, πολυκάντηλα και μανουάλια κατασκευασμένα όλα από χρυσάφι και ασήμι, έδιναν μια όψη φαντασμαγορική στην αίγλη, στο θάμβος και στην επιβλητικότητα του Ναού και ολόκληρος ο ιερός εκείνος χώρος καταύγαζε από φως εξαϋλωμένο, θεϊκό, εκτυφλωτικό.

Οι ασημένιες κιγκλίδες που χώριζαν το Άγιο Βήμα, η χρυσοποίκιλτη Αγία Τράπεζα, που την υποβάσταζαν χρυσοί επίσης κιονίσκοι, το υψηλό και μεγαλειώδες κιβώριο με τον κατάστικτο από βαρύτιμους λίθους Σταυρό του, οι ολόχρυσοι θρόνοι του Πατριάρχη και των Αυτοκρατόρων, τα πολύχρωμα μάρμαρα των εκατό περίτεχνων κιόνων, το μάλαμα και ο άργυρος των εικόνων, των κιονόκρανων, των τοίχων, του Άμβωνα, των θόλων και των ημιθόλων, τα πάντα ακτινοβολούσαν και αστραποβολούσαν, σκορπίζοντας λαμπυρίσματα και μαρμαρυγές!

Και σε λίγο, αντηχούσαν οι ψαλμωδίες των τριών πολυπρόσωπων χορωδιών του Ναού, στους οποίους συμμετείχαν γλυκόλαλα και γυναίκες.

Τότε, παρουσιαζόταν από το πάγχρυσο Θυσιαστήριο, φορώντας την υπέρλαμπρη αρχιερατική του στολή, μαζί με το αδαμαντοκόλλητο στέμμα του, ο Πατριάρχης και έλεγε:

-Δεύτε λάβετε φως εκ του Ανέσπερου Φωτός!

Αμέσως, χίλιοι και πλέον Αρχιερείς, ιερείς και διάκονοι, παρατάσσονταν δεξιά κι αριστερά του, ένθεν και ένθεν της Ωραίας Πύλης και οι ψαλμωδίες του χορωδιών, των ψαλτών, των γυναικών, των ιερέων και των διακόνων ενώνονταν με τις υμνωδίες του πλήθους, το οποίο πλημμυριζόταν από ένα άρρητο και γλυκύτατο συναίσθημα ευλάβειας, θεοσέβειας και βαθιάς κατάνυξης.

Ο Αυτοκράτορας δεν παρευρισκόταν στην πρώτη αυτή Ανάσταση. Αλλά κατά τον Εσπερινό της Κυριακής, δηλαδή κατά τη Δεύτερη Ανάσταση, καθισμένος στο τέθριππο άρμα του και παρακολουθούμενος από πλήθος μεγιστάνων, στρατιωτών και λαού, μετέβαινε από τα Ανάκτορα στον Ναό της Αγίας Σοφίας.

Τότε, ο Πατριάρχης, ακολουθούμενος από χίλιους Αρχιερείς και ψάλτες, τον υποδεχόταν στην είσοδο της εκκλησίας. Κατόπιν, όταν ο Αυτοκράτορας καθόταν στον θρόνο του, ο Πατριάρχης τον θυμιάτιζε.

Τότε, ο Αυτοκράτορας έπαιρνε από τα χέρια του Πατριάρχη το γεμάτο από πολύτιμους λίθους χρυσό θυμιατήρι και μπαίνοντας στο Άγιο Βήμα, θυμιάτιζε την Αγία Τράπεζα. Συγχρόνως, χάριζε στον Κλήρο της Εκκλησίας εκατό λίτρες χρυσάφι.

Μετά το πέρας της τελετής, ο Αυτοκράτορας πήγαινε στον Ιππόδρομο και από εκεί, με την ίδια πάντοτε πομπή, επέστρεφε στο Παλάτι.

Αυτή είναι αμυδρώς η περιγραφή της τελετής της Αναστάσεως στον υπέρλαμπρο και μεγαλειώδη Ναό της Αγίας Σοφίας, στον οποίο εδώ και αιώνες έχουν πάψει και έχουν σιωπήσει, με μια εκκωφαντική σιγή, οι θείες αυτές μυσταγωγίες.

Η είδηση δημοσιεύθηκε στο περιοδικό “ΜΠΟΥΚΕΤΟ”, στις 16/04/1931…

Το άρθρο, όπως δημοσιεύθηκε στο περιοδικό "ΜΠΟΥΚΕΤΟ", στις 16/04/1931
Το άρθρο, όπως δημοσιεύθηκε στο περιοδικό “ΜΠΟΥΚΕΤΟ”, στις 16/04/1931
0 0 ψήφοι
Αξιολόγηση άρθρου
Subscribe
Notify of
guest

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.

0 σχόλια
Inline Feedbacks
View all comments