Το 1961, ο Νεοζηλανδός ορειβάτης και εξερευνητής Sir Edmund Percival Hillary, ο οποίος ήταν ο πρώτος άνθρωπος που κατέκτησε το Έβερεστ το 1953, έδωσε συνέντευξη σε αγγλική εφημερίδα, μιλώντας για την αναζήτηση του Γέτι, του θρυλικού “Χιονανθρώπου των Ιμαλαΐων”, λέγοντας τα εξής:
“Υπάρχει πράγματι το Γέτι ή είναι απλώς ένας μύθος χωρίς ρεαλιστική βάση; Στο διάστημα των τελευταίων τεσσάρων μηνών, η αποστολή μας, η Επιστημονική και Ορειβατική Αποστολή των Ιμαλαΐων, προσπάθησε να δώσει απάντηση στο ερώτημα αυτό.
Αλλά, παρ’ όλες τις προσπάθειές μας, το Γέτι εξακολουθεί να παραμένει ένα πολύ αληθινό μέρος της μυθολογίας και της παράδοσης των λαών των Ιμαλαΐων.
Μολονότι πολλοί εξερευνητές των ορέων αυτών πιστεύουν ακράδαντα στην ύπαρξή του, εγώ ξεκίνησα την αναζήτηση με κάποιο σκεπτικισμό, έστω κι αν δεν μπορούσα να σκεφτώ μια αποτελεσματική απάντηση στις συνεχώς αυξανόμενες ενδείξεις υπέρ της ύπαρξης του πλάσματος αυτού.
Ξεκινήσαμε, λοιπόν, από το Κατμαντού τον περασμένο Σεπτέμβριο και βαδίσαμε κάπου εκατό μίλια κάτω από βροχή και καταιγίδες, για να φτάσουμε στο χωριό των Σέρπας, Μπέντιγκ, που βρίσκεται σε ύψος 12.000 ποδών στο οροπέδιο Ρολβάλιγκ. Εκεί μείναμε καθηλωμένοι οκτώ μέρες από την ασταμάτητη βροχή και το πυκνότατο χιόνι, αλλά αξιοποιήσαμε τον χρόνο μας, συγκεντρώνοντας πληροφορίες από τους χωρικούς και τους λάμα του κοντινού μοναστηριού.
Τότε μάθαμε πως, σύμφωνα με τους Σέρπας, υπάρχουν τριών τύπων Γέτι:
- Το Τσουτέχ, ένα πελώριο ξανθόμαυρο πλάσμα, ύψους 2,40 μέτρων, συνήθως χορτοφάγο κι ακίνδυνο για τον άνθρωπο, εφ’ όσον δεν ταραχθεί ή παρενοχληθεί.
- Το Μιτέχ, ύψους γύρω στο 1,50 μέτρο, με στενόμακρο και μυτερό κρανίο, με πόδια που φύονται ανάποδα στο κορμί, με άγριο ταμπεραμέντο, που καταβροχθίζει όποιον άνθρωπο συναντήσει στο διάβα του.
- Το Θέλμα, ένα μικρόσωμο πλάσμα, ύψους μόλις 60 εκατοστών, που ζει στα πυκνά δάση, έχει ανθρώπινα χαρακτηριστικά και αρέσκεται στο να κατασκευάζει μικρές στοίβες από κλαδιά και πέτρες.
Ένας από τους Σέρπας που χρησιμοποιήσαμε, ο Ανγκ Τέμπα, αποδείχτηκε εξαιρετικός στη συγκέντρωση πληροφοριών. Τριγύριζε στο χωριό για να μαζέψει στοιχεία και μας ενημέρωσε πως υπήρχε στο χωριό το δέρμα ενός Γέτι.
Όταν το είδαμε, μας έμοιαζε με το δέρμα της σπανιότατης γαλάζιας αρκούδας του Θιβέτ, αλλά οι Σέρπας διαφώνησαν μαζί μας και επέμεναν πως ήταν του Τσουτέχ, χωρίς τίποτα να μπορεί να τους αλλάξει γνώμη.
Όταν τον Οκτώβριο βελτιώθηκαν οι καιρικές συνθήκες, ξεκινήσαμε τις αναζητήσεις στο οροπέδιο Ρολβάλιγκ. Μερικές εβδομάδες αργότερα, οι προσπάθειές μας ανταμείφθηκαν με την ανεύρεση πολλών ιχνών στον παγετώνα Ριπιμού, σε ύψος περίπου 19.000 ποδών. Οι Σέρπας μας επέμεναν με βεβαιότητα πως ανήκαν στο Γέτι.
Αλλά διαπιστώσαμε πως στα σημεία που τα ίχνη περνούσαν από τη σκιά βράχων ή από τις βόρειες πλαγιές, μετατρέπονταν σε μικρά χνάρια αλεπούδων ή άγριων σκύλων που είχαν κινηθεί κατά αγέλες.
Είδαμε επανειλημμένως τα αποτελέσματα που είχαν οι ακτίνες του ήλιου πάνω στα μικρά αυτά χνάρια, καθώς τα έλιωναν και τα μετέβαλαν στα καλύτερα και καθαρότερα ίχνη Γέτι που θα μπορούσε να βρει ποτέ άνθρωπος.
Στις αρχές Νοεμβρίου, λοιπόν, περάσαμε στη μεγαλοπρεπή κορυφή Τασί Λάπτσα, ύψους 19.200 ποδών και συνεχίσαμε τις έρευνές μας στην περιοχή Χούμπου, στους πρόποδες του Έβερεστ.
Στα χωριά Νάμτσε Μποζάρ και Χουμτζούγκ βρήκαμε ακόμη δύο δέρματα γαλάζιας αρκούδας των Ιμαλαΐων. Όταν τα επιδείξαμε στους Σέρπας, εκείνοι επέμεναν πάλι ότι ανήκαν στο Γέτι Τσουτέχ.
Επίσης, εξετάσαμε με προσοχή τα δείγματα που υπήρχαν στα μοναστήρια του Χουμτζούγκ, του Παγκμπότσε και του Νάμτσε Μποζάρ. Τα οστά χεριού που εντοπίσαμε στο μοναστήρι του Παγκμπότσε κρίθηκε από τους ειδικούς μας ως προερχόμενα από ανθρώπινο σκελετό.
Μα, τα κομμάτια τριχωτού κεφαλής που βρήκαμε ήταν περισσότερο αινιγματικά. Είχαν σχήμα κουκούλας και ήταν καλυμμένα με σκληρές κοκκινόμαυρες τρίχες, προφανώς αρκετά μεγάλης ηλικίας.
Αντιληφθήκαμε ευθύς πως, αν δεν εξασφαλίζαμε μια έγκυρη γνωμάτευση για τα τμήματα αυτά δέρματος, θα αποτελούσαν συνεχή πρόκληση για οποιαδήποτε θεωρία θα διατυπώναμε για το Γέτι.
Ήδη, η γνωμάτευση ανθρωπολόγων, ζωολόγων και άλλων επιστημόνων του Σικάγου, του Παρισιού και του Λονδίνου ήταν ομόφωνη: το δέρμα που εξέτασαν δεν προερχόταν καν από το τριχωτό της κεφαλής. Είχε φορμαριστεί από κάποιο άλλο μέρος δέρματος και οι επιστήμονες συμφωνούν με τη θεωρία μας, ότι ανήκε δηλαδή σε ένα σπάνιο είδος αίγας. Επιπλέον, τα φερόμενα ως δέρματα Τσουτέχ που φέραμε, επιβεβαιώθηκε πως ανήκουν στη γαλάζια αρκούδα του Θιβέτ.
Συνεπώς, στη μεγάλη αναζήτηση του Γέτι που πραγματοποιήσαμε, μάθαμε πολλά. Αλλά απομένουν πολλά ακόμη που απαιτούν εξήγηση. Η θεωρία που διαμορφώσαμε για τα αποτυπώματα ποδιών, δεν μπορούν να καλύψουν όλες τις περιπτώσεις και δεν μπορούμε ακόμη να δώσουμε μια ικανοποιητική απάντηση στον άγριο θόρυβο του Γέτι που πολλοί Σέρπας ισχυρίζονται πως έχουν ακούσει”.
Η είδηση δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα “ΕΜΠΡΟΣ”, στις 21/01/1961…