Το μυστήριο της δολοφονίας στον Ωρωπό, το 1903 (Μέρος Δ)…

Το μυστήριο της δολοφονίας στον Ωρωπό, το 1903 (Μέρος Δ)...

Ο ένας ληστής πετάχτηκε από την κρύπτη των βράχων κι ακινητοποίησε τον Τζουλιάνι, βαστώντας του τα χέρια πίσω από την πλάτη, ενώ ο άλλος ύψωσε το μαχαίρι του πάνω από τον λαιμό του Ιταλού υπεργολάβου. Η λεπίδα άστραψε φευγαλέα από τη γυαλιστερή χλομάδα του φεγγαριού.

-Πες γρήγορα, πού έχεις τα λεφτά; ρώτησε κοφτά, με τρόπο που δεν επιδεχόταν ούτε αντιρρήσεις ούτε αργοπορίες.

Ο Γαϊτάνος ήταν αδύνατο να αρθρώσει λέξη. Ο τρόμος τον είχε παραλύσει. Με οφθαλμούς σχεδόν υελώδεις απλώς κοιτούσε τον κακούργο που του απειλούσε τη ζωή.

-Α, δε θα μιλήσεις, ε;

Και με χαρά αιμοδιψούς θηρίου, έμπηξε με σφοδρή ορμή το μαχαίρι του στον λαιμό του Τζουλιάνι. Το αίμα αναπηδούσε ασταμάτητο και με υπόκωφους γογγυσμούς, ο δύσμοιρος οδοιπόρος κατέπεσε νεκρός.

Όρμησαν πάνω στο άψυχο κορμί, όπως οι ύαινες στο λέσι. Μόλις βρήκαν τα χρήματα στις τσέπες του, τον άρπαξαν απ’ τα πόδια κι απ’ τα χέρια και τον εκσφενδόνισαν στη διπλανή χαράδρα. Σκαρφάλωσαν στα βράχια και χάθηκαν κάτω από την κάπα του ερέβους.

Οι πρώτες ανακρίσεις

Το επόμενο μεσημέρι έτυχε να περνάει από το σημείο μια ομάδα τριών χωροφυλάκων. Ο ένας τους παρατήρησε τα αίματα που είχαν βάψει την περιοχή κι αφού κινήθηκαν προσεχτικά, ακολουθώντας την πορεία του αίματος, κατόρθωσαν να εντοπίσουν και το πτώμα.

Ειδοποιήθηκε η Αστυνομία, πιστοποιήθηκε η ταυτότητα του θύματος και αργά το απόγευμα πια εκείνης της ημέρας, η σορός του Γαϊτάνου Τζουλιάνι κομίστηκε στο σπίτι του, με τους θρήνους και τους ολολυγμούς της γυναίκας του να τρυπούν κατάκαρδα τους παριστάμενους.

Από τις ανακρίσεις που διενεργήθηκαν στους εργάτες, δεν ανακαλύφθηκε τίποτε το μεμπτό. Εδώ και δύο μέρες δεν είχε φύγει κανείς τους από το ορυχείο, συνεπώς δεν είχαν καμία πληροφορία να δώσουν στην Ανακριτική Αρχή.

Εντούτοις, ένας τους θυμήθηκε το τρομακτικό όνειρο της Αντωνίας Τζουλιάνι.

-Ρωτήστε τη γυναίκα του. Αυτή είδε στον ύπνο της όλο το κακό. Είδε και τον τόπο της δολοφονίας και τους δολοφόνους του, ψέλλισε με δέος.

Οι Αστυνομικοί ξαφνιάστηκαν. Πώς να πάρουν κατάθεση από ένα όνειρο; Τι αξιοπιστία θα είχε; Μα, επειδή οι εργάτες επέμεναν, κάμφθηκαν και πήραν την απόφαση να της πάρουν κατάθεση.

Η ανάκριση

Η τραγική κατάσταση της Αντωνίας, μιας εμπύρετης λεχώνας μόλις λίγων ημερών, η οποία θρηνούσε γοερά για τον άδικο χαμό του συζύγου της, δεν επέτρεπε να της γίνει ανάκριση σχετικά με το τηλεπαθητικό της όνειρο. Επομένως, ρώτησαν την αδερφή της και έμειναν άφωνοι από τις λεπτομέρειες.

Την επόμενη ημέρα, όμως, μετά την κηδεία του Γαϊτάνου Τζουλιάνι, ένας Αστυνομικός μετέβη στην οικία της Αντωνίας και την υπέβαλε σε μακρά ανάκριση.

Κι η Αντωνία, αφού συγκέντρωσε τις αναμνήσεις της, διαφώτισε πολλά σκοτεινά σημεία του εγκλήματος. Έτσι, ένα τηλεπαθητικό όνειρο άνοιξε τον δρόμο να συλληφθούν οι δράστες. Οι Αρχές, ανήμπορες να κατανοήσουν την κατάσταση, απλά υπέκυψαν στη σαγήνη που τους ασκούσε εκείνη τη στιγμή η μυστηριώδης δύναμη της τηλεπάθειας.

Συνεχίζεται…

Η είδηση δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα “ΧΡΟΝΟΣ”, στις 25/09/1903…

Το άρθρο, όπως δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα "ΧΡΟΝΟΣ", στις 25/09/1903
Το άρθρο, όπως δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα “ΧΡΟΝΟΣ”, στις 25/09/1903

 

5 1 ψήφος
Αξιολόγηση άρθρου
Subscribe
Notify of
guest

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.

0 σχόλια
Inline Feedbacks
View all comments