Οι μελέτες του Giorgio de Santillana, Καθηγητή Φιλοσοφίας και Ιστορίας των Επιστημών στο Τεχνολογικό Ινστιτούτο της Μασαχουσέτης, είχαν κάπως ανατρέψει τις ιδέες που είχαμε περί των απώτερων χρόνων του πολιτισμού μας.
Η καθαυτή ιστορική περίοδος της Ιστορίας της ανθρωπότητας αρχίζει από το 4.000 περίπου π.Χ., δηλαδή με την ανακάλυψη της γραφής. Έκτοτε, οι ιστορικές περιπέτειες είναι γνωστές, ενώ ελάχιστα γνωρίζουμε για τις προγενέστερες περιόδους. Ποιος υπήρξε πράγματι ο βαθμός της αναπτύξεως των σκοτεινών χιλιετιών από το 6.000 π.Χ. – 4.000 π.Χ.;
Οι περίοδοι αυτές, με τις οποίες ασχολήθηκε ο Santillana και οι συνεργάτες του, φαίνονταν ως πλήρεις εκπλήξεων. Η ιδέα, την οποία είχαν οι αρχαιολόγοι περί της περιόδου αυτής, υπολειπόταν κατά πολύ της πραγματικότητας. Και τούτο διότι ήταν σχεδόν αδύνατο να ανασυστήσουμε τον ακριβή πίνακα από τα ελάχιστα υπολείμματα που διαθέταμε.
Άλλωστε, τα λείψανα αυτά αντιπροσώπευαν περιθωριακές και καθημερινές απόψεις του μυστηριώδους αυτού πολιτισμού. Τα περισσότερα λείψανα αναφέρονται στις ανάγκες της καθημερινής ζωής. Δεν μας έλεγαν όμως τίποτε περί της διανοητικής και πνευματικής ανάπτυξης όπου είχαν φτάσει οι απώτατοι εκείνοι προπάτορες.
Κατά τον Santillana, οι αρχαιολόγοι είχαν φανταστεί έναν πίνακα αγροτικού πολιτισμού με τελετουργικές πράξεις εξασφάλισης της γονιμότητας και ανθρωποθυσίες. Αντιθέτως, οι εποχές εκείνες ήταν περίοδοι μεγάλων διανοητικών και τεχνικών εφευρέσεων, μεγάλης επιστημονικής και θεωρητικής ισχύος, καθώς αποδεικνυόταν από το γεγονός ότι στην αρχή της ιστορικής εποχής (4.000 π.Χ.) οι μεγαλύτερες ανακαλύψεις που χαρακτήριζαν την αρχαιότητα, είχαν ήδη συντελεστεί και φτάσει σε επίπεδο τελειοποιήσεως, που ουδέποτε στη συνέχεια ξεπεράστηκε, όπως η κεραμική, η τήξη των μετάλλων και η υφαντουργία.
Σε αυτή τη μυθολογική εποχή, συναντούμε τις πρώτες κατευθυντήριες γραμμές ενός απίθανου και ευρύτατου πολιτιστικού πανοράματος, που είχε την αφετηρία του στην ευφυή και λεπτολόγο παρατήρηση του ουρανού. Η καταγωγή της επιστήμης του ανθρώπου έχει τις πρώτες ρίζες της σε αυτή την αρχαιολογική αστρολογία.
Και τούτο υπό την έννοια ότι η μελέτη και ο καθορισμός των ουράνιων συμβάντων αναπτύσσουν στο ανθρώπινο πνεύμα την ιδέα του ρυθμού, του κύκλου, του χρόνου, του μέτρου, του προσανατολισμού και μια ολόκληρη σύνθεση από όπου προβαίνουν ο αριθμός και οι μαθηματικές επιστήμες, η αρχιτεκτονική, η μουσική, ο χορός, το ποιητικό μέτρο.
Και ακριβώς, επειδή όλες οι γνώσεις, ελλείψει της γραφής, μεταδίδονταν προφορικά και απομνημονεύονταν, σημαίνει ότι η μνήμη τους ήταν κατά πολύ ανώτερη της δικής μας. Χωρίς τη βοήθεια χαρτών και σχεδιαγραμμάτων, χωρίς όργανα, αλλά μόνο με τον εγκέφαλό τους, ήταν ικανοί να εννοήσουν τα ουράνια φαινόμενα σε μια συνθετική εποπτεία και μάλιστα, ώστε να υπολογίζουν την θέση των αστέρων, προπορευόμενοι των κινήσεών τους κατά εκατοντάδες και χιλιάδες χρόνια.
Οι εγκυκλοπαίδειες τους και οι βιβλιοθήκες τους ήταν ποιήματα χιλιάδων στίχων, που οι διανοούμενοι τα αποστήθιζαν. Η χρήση της γραφής, έλεγε ο Santillana, στέρησε την ανθρωπότητα από τη συνήθεια αυτού του πνευματικού αθλήματος των προϊστορικών ανθρώπων.
Το 4.000 π.Χ., όταν εμφανίζεται η γραφή, δε σημαίνει ότι αποτελεί και την αφετηρία του πολιτισμού. Απλώς είναι ένα σύνολο. όπου σταματά ο αρχαϊκός πολιτισμός. Στα 4.000 π.Χ., ο πολιτισμός είχε κληρονομήσει ήδη ολόκληρο ή σχεδόν το σύνολο των γνώσεων που κυριάρχησαν, με ελάχιστες και σπάνιες προόδους, μέχρι του Χριστού και εντεύθεν. Οι Έλληνες υπήρξαν οι πρώτοι που μετέφρασαν, υπό εννοιολογικούς σύγχρονους όρους, μια τεράστια κληρονομιά που είχε ήδη δημιουργηθεί πριν από την ιστορική εποχή και χωρίς την οποία θα ήταν δύσκολο να ερμηνεύσουμε την αξιοθαύμαστη ανάπτυξη τους και την αυστηρή δομή της σκέψης τους.
Τεράστια κληρονομιά που περικλείεται, καθώς αναφέρθηκε, στην απόκρυφη γλώσσα των μύθων, των θρύλων, των κοσμογονιών, που ήδη άρχισε η αποκρυπτογράφησή τους. Ο Αμερικανός επιστήμονας και οι συνεργάτες του είχαν αρχίσει πράγματι αυτή την εργασία. Φαίνονταν σαν να ερμήνευαν τα αρχαϊκά της ανθρωπότητας, να ανακάλυπταν τα κρυμμένα περιεχόμενά τους, με μια μέθοδο που υπενθύμιζε τη χρησιμοποιούμενη από τους φροϋδικούς.
Το υλικό, το οποίο ο Santillana και οι συνεργάτες του μελετούσαν, ήταν κατ’ αρχήν όλα τα κείμενα που έκαναν λόγο περί της καταποντισθείσας ηπείρου, από τα πλέον παλαιά βιβλία της Ανατολής μέχρι και των πλέον πρόσφατων, μέχρι τότε, δημοσιευμάτων.
“Θέλουμε να γνωρίσουμε καλύτερα τους απώτατους συναδέλφους μας, τι αποκάλυψαν και πως μας άφησαν όλα τα θεμέλια της επιστημονικής σκέψεως, επί των οποίων οικοδομήσαμε τον πολιτισμό μας, εκτός από το όνομά τους και την ύπαρξή τους”, ανέφερε ο Santillana.
Η είδηση δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα “ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ”, στις 04/06/1963…