Η παραμονή του Ιωνά για τρεις μέρες μέσα στην κοιλιά του κήτους, κατά την Αγία Γραφή, παρέσχε στους απίστους επί μακρόν ύλη για σαρκασμούς και ειρωνείες εναντίον των ανόητων, που έχαφταν τάχατες τέτοια παραμύθια.
Αλλά το παράδοξο συμβάν που είχε συμβεί στον Ιωνά, επαναλήφθηκε ξανά με πρωταγωνιστή αυτή τη φορά έναν Άγγλο φαλαινοθήρα, τον James Bartley, ο οποίος κατόπιν νοσηλεύτηκε στο Δημοτικό Νοσοκομείο του Λονδίνου, προσπαθώντας να συνέλθει από τις σφοδρές συγκινήσεις τις οποίες δοκίμασε.
Τον Αύγουστο του 1891, ένα φαλαινοθηρικό πλοίο, με καπετάνιο τον Edward Gleville, που βρισκόταν στις ακτές των Νησιών Φώκλαντ, στο νότιο άκρο της Νοτίου Αμερικής, έστειλε οκτώ αλιείς με δύο βάρκες, προκειμένου να πιάσουν μια μεγάλη φάλαινα φυσητήρα, την οποία είχαν διακρίνει στον ορίζοντα.
Οι φαλαινοθήρες δεν άργησαν να συναντήσουν στη ρότα τους το πελώριο εκείνο κήτος και κατόρθωσαν μετά από πολλούς κόπους να το τραυματίσουν θανάσιμα.
Μα, τη στιγμή που η φάλαινα σφάδαζε από τα κτυπήματα, ανέτρεψε με ένα χτύπημα της ουράς της τη μία από τις δύο καταδιωκτικές ακάτους.
Οι ναυτικοί βρέθηκαν αιφνιδίως μέσα στη θάλασσα, αλλά διασώθηκαν τελικά από τους συντρόφους τους, που βρίσκονταν στην άλλη βάρκα, εκτός από δύο.
Επιτέλους, κατόπιν απεγνωσμένων ερευνών, εντοπίστηκε το πτώμα του ενός, αλλά στάθηκε αδύνατον να βρουν τι απέγινε ο άλλος φαλαινοθήρας.
Όταν κάποτε η φάλαινα έπαψε να χτυπιέται και οι αλιείς βεβαιώθηκαν ότι δε ζούσε πια, την ανέβασαν πάνω στο πλοίο και άρχισαν να τη διαμελίζουν. Η ασχολία αυτή διήρκεσε για ένα ολόκληρο εικοσιτετράωρο.
Μα, όταν την τρίτη μέρα οι ψαράδες έσκισαν το στομάχι του κήτους, ανακάλυψαν κατάπληκτοι τον χαμένο σύντροφό τους, τον James Bartley, ο οποίος εξακολουθούσε να ζει, αλλά ήταν φυσικά λιπόθυμος. Η φάλαινα τον είχε καταπιεί ολόκληρο!
Οι ναυτικοί κατάφεραν τελικά να τον επαναφέρουν στις αισθήσεις του. Για πολλές μέρες ο James Bartley καταλαμβανόταν από παροξυσμούς, είχε υποστεί σοκ και στάθηκε αδύνατον να του αποσπάσουν έστω και μια λέξη για το δραματικό αυτό συμβάν.
Μόνο μετά από τρεις εβδομάδες νοσηλείας, ο νέος αυτός Ιωνάς ανέκτησε το λογικό του και μπόρεσε πλέον να αφηγηθεί στον ιατρό του το πάθημά του ως εξής:
“Θυμάμαι πολύ καλά τη στιγμή κατά την οποία η φάλαινα με πέταξε στον αέρα με ένα μόνο χτύπημα της ουράς της. Έπειτα, αισθάνθηκα ότι βούλιαξα και βρέθηκα έξαφνα μέσα σε μια θήκη λεία, ομαλή και γλιστερή, η οποία, με το σφίξιμο και το χαλάρωμα που έκανε, με έσπρωχνε ολοένα και βαθύτερα.
Αυτό διήρκεσε για μερικές στιγμές και ύστερα βρέθηκα μέσα σ’ έναν σάκο πολύ πλατύ. Ψηλάφισα γύρω μου και συνειδητοποίησα γρήγορα ότι βρισκόμουν μέσα στο στομάχι της φάλαινας. Μπορούσα ακόμη να αναπνέω, αν και με μεγάλη δυσκολία. Ένιωθα μια ανυπόφορη ζέστη και θαρρείς πως ψηνόμουν ζωντανός.
Η φρικτή σκέψη ότι ήμουν καταδικασμένος να πεθάνω μέσα στην κοιλιά του κήτους με βασάνιζε με τον χειρότερο τρόπο και η αγωνία και η απόγνωσή μου συνεχώς κορυφώνονταν. Η αποπνιξία και η εκκωφαντική σιωπή μου είχαν διαλύσει το ηθικό. Ευτυχώς, κάποια στιγμή λιποθύμησα και έπαψα να τρέμω για τη ζωή μου…”
Ο James Bartley ήταν γνωστός ως ένας ατρόμητος φαλαινοθήρας, αλλά εξαιτίας της απίστευτης αυτής εμπειρίας που βίωσε, εξακολουθούσε να κατέχεται από δεινές παρακρούσεις. Συνέχιζε να νομίζει πως η φάλαινα ακόμη τον καταδίωκε και στη συνέχεια, τον κατάπινε.
Το δέρμα του φαλαινοθήρα, από την επίδραση του γαστρικού υγρού της φάλαινας, είχε γίνει ξερό και ζαρωμένο, όμοιο με παλιά περγαμηνή. Εν τούτοις, σε γενικές γραμμές η υγεία του ήταν καλή. Πέθανε τελικά 18 χρόνια αργότερα, το 1909.
Η είδηση δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα “ΧΡΟΝΟΣ”, στις 30/01/1909…