“Γοητείες” ονομάζονταν οι μυστικές εκείνες ευχές, με τις οποίες οι μάγοι του Μεσαίωνα καλούσαν τα πνεύματα, για να συνδράμουν στον σκοπό τους.
Οι μυστικές αυτές ευχές λέγονταν αλλιώς και “επωδές” και ήταν για τη μαγεία ό,τι είναι η σκιά για τα υλικά σώματα. Άλλωστε, κανένα σώμα δεν υπάρχει χωρίς σκιά και καμιά μαγική πράξη δεν υφίσταται χωρίς επωδή.
Κατά τη στενότερη, όμως, σημασία της λέξης, “γοητεία” ονομαζόταν ένα είδος μαγείας, όπου μόνο με επωδές επιτυγχάνονταν έργα υπερφυσικά ή υπεράνθρωπα.
Ο Βέλγος ιστορικός και Επίσκοπος του Tournai, Philippe Mouskes, ανέφερε ότι η βασιλική στοά της Aix la Chapelle, στη Γερμανία, είχε οικοδομηθεί με μάρμαρα και κολόνες, που είχαν μεταφερθεί από τη Ρώμη από τον ίδιο τον Διάβολο, που έλεγε την παρακάτω επωδή, σε ελεύθερη μετάφραση:
Πήδα, πήδα, πήδησε
κι έλα απ’ τον αέρα,
στο Παρίσι πήγαινε
κι ακόμα παραπέρα.
Η τοπική παράδοση ανέφερε ότι ο αρχιτέκτονας ήταν “γόης” κι επικαλέστηκε τον Διάβολο, ο οποίος έσπευσε να τον υπηρετήσει.
Στην Ελλάδα και κατά τον Φιλόστρατο, γόητες ήταν όσοι χρησιμοποιούσαν βαρβαρικές θυσίες, επωδές και άλλα παραπλήσια, ώστε να μεταβάλλουν την τακτική πορεία των φαινομένων και να αλλάξουν το πεπρωμένο.
Κατά συνέπεια, γόητες ήταν ο Πυθαγόρας, ο Εμπεδοκλής, ο Άβαρις, η Διοτίμα, ο Απολλώνιος ο Τυανεύς, ο Ορφέας και άλλοι πολλοί.
Ο Πυθαγόρας κατέβηκε στον Άδη, για να εξετάσει, εκ των υστέρων, την ηθική αξία των προγενεστέρων του φιλοσόφων και των υπόλοιπων ανθρώπων του πνεύματος. Εκεί, είδε την ψυχή του Ησίοδου δεμένη σε μια χάλκινη κολόνα και τον Όμηρο κρεμασμένο από ένα δέντρο και τυλιγμένο με φίδια. Αυτή ήταν ή τιμωρία τους για τα όσα είπαν και έγραψαν για τους Θεούς, ισχυρίστηκε ο Πυθαγόρας.
Επίσης, γόης θεωρούνταν και ο μαθητής του Πυθαγόρα, ο Εμπεδοκλής, γιατί κι αυτός στα ποιήματά του διατράνωνε ότι γνώριζε πώς να αποτρέπει νόσους, να απομακρύνει τα γηρατειά, να ξορκίζει τους ανέμους, διώχνοντας ή καλώντας τους κατά την επιθυμία του, και ήξερε πώς να καλεί τις ψυχές των νεκρών από τον Άδη.
Μάλιστα, μια φορά που οι “ετήσιοι άνεμοι” έπνευσαν τόσο δυνατά, που οι άνθρωποι είχαν σαστίσει, καθώς έβλεπαν να καταστρέφονται εντελώς οι καρποί και οι σοδειές τους, κάλεσαν τον Εμπεδοκλή για να τους σταματήσει. Μα, φαίνεται πως τίποτε δεν κατόρθωσε, παρά όλους τους όνους που έγδαρε, για να φτιάξει ασκιά από τα τομάρια τους και να τα κρεμάσει στις κορυφές των βουνών και τις ακρώρειες, ώστε να πιάσει τους ενοχλητικούς ανέμους.
Περίφημος και τρανός γόης της αρχαιότητας ήταν ο Άβαρις ο Υπερβόρειος, ιερέας του Απόλλωνα, ο οποίος γύρισε όλο τον κόσμο “φέρων μαγικό βέλος και φερόμενος υπ’ αυτού, δια του αιθέρος, μετά καταπληκτικής ταχύτητος”. Ο Άβαρις είχε τη δύναμη να προλέγει τα μέλλοντα, να κατευνάζει τους ανέμους, να καταπαύει τις καταιγίδες και να εξυγιαίνει τις πόλεις από λοιμούς και επιδημίες.
Ισχυρή γόησσα υπήρξε και η Διοτίμα η Σοφή, η οποία με τα ξόρκια και τις επωδές της ανέβαλε επί είκοσι χρόνια τον λοιμό, από τον οποίο υπέστησαν τόσα δεινά οι Αθηναίοι, κατά τον Πελοποννησιακό Πόλεμο.
Επιπρόσθετα, ο Απολλώνιος ο Τυανεύς είχε τη φήμη του πανίσχυρου γόη, που προέλεγε λοιμούς, προεσήμανε σεισμούς, ξόρκιζε δαίμονες και ανέσταινε νεκρούς. Γενικά, πραγματοποιούσε οτιδήποτε θεωρούνταν αδύνατο κι απίθανο.
Μα, στην αρχαιότητα δεν υπήρχαν μονάχα άτομα ξακουστά για τη “γοητεία” τους, αλλά και πόλεις ολόκληρες. Μια τέτοια περιοχή στην Ελλάδα, περιώνυμη για τις μαγείες και τα ξόρκια, ήταν η Θεσσαλία. Εκεί, έβρισκαν καταφύγιο οι “Ψυχοπομποί”, οι οποίοι καυχιόνταν ότι με επωδές, μυστικές τελετές και σκοτεινά μυστήρια, μπορούσαν να κατεβάσουν τον ήλιο, τα άστρα και κυρίως, το φεγγάρι, που το είχαν συνεργάτη τους στις διάφορες μαγγανείες τους. Από εκεί, άλλωστε, έμεινε και η φράση: “Ξέρεις πόσο ισχυρός είναι; Μπορεί να κατεβάσει το φεγγάρι!”
Είναι γνωστό ότι οι γοητείες ή γητειές εξακολουθούσαν να παραμένουν κραταιές για πολλούς αιώνες αργότερα. Για παράδειγμα, πριν τη Μικρασιατική Καταστροφή, η Δημαρχία της Μαγνησίας έθεσε αμοιβή δώδεκα χιλιάδες γρόσια σε εκείνον, που θα κατάφερνε, με ένα ξόρκι ή μια μαγγανεία, να εξαφανίσει τους αρουραίους, που είχαν καταστρέψει τα δημητριακά της περιφέρειας.
Πολλοί Δερβίσηδες Τούρκοι προσπάθησαν να διώξουν τα τρωκτικά, αλλά ούτε η θαυματουργή τους δύναμη, ούτε τα ξόρκια τους, ούτε τα μαγικά τους τεχνάσματα κατόρθωσαν το παραμικρό.
Αν και οι μαγείες είναι εξορκισμένες από την Εκκλησία, εν τούτοις πολύς κόσμος καταφεύγει σ’ αυτές, γιατί νομίζει ότι η μαγγανεία δεν προσκρούει στους Ιερούς Κανόνες. Επομένως, οι μάγισσες της σύγχρονης Ελλάδας, κυρίως ηλικιωμένες γυναίκες, αντί άλλων επωδών, μεταχειρίζονται ρητά της Εκκλησίας ή ανακατεύουν τροπάρια με μαγικές φράσεις, απομεινάρια των αρχαίων μάγων, που έφτασαν στην εποχή μας, παραμορφωμένα από τη δεισιδαιμονία, την αμάθεια και την αγραμματοσύνη.
Η είδηση δημοσιεύθηκε στο περιοδικό “ΜΠΟΥΚΕΤΟ”, στις 09/05/1926…